Πίνακας περιεχομένων
- Πραγματική συνθήκη
- Ακούω και αποκρίνομαι
- Χρειάζεται να υπάρχουν τρεις φροντισμένες εξωτερικές συνθήκες για να ακούω πραγματικά
- Χρειάζεται να υπάρχουν τρεις φροντισμένες εσωτερικές συνθήκες για να ακούω πραγματικά
- Το παιδί στο προσκήνιο
- Τα οφέλη της διαδικασίας στο παιδί
- Τι χρειάζομαι για να συνοδεύω το παιδί μου;
- Τα παιδιά ως φυσικοί focusers
Πώς ακούω και συνοδεύω τη διαδικασία ενός παιδιού; Ας ξεκινήσουμε αυτό το άρθρο με μία πραγματική συνθήκη.
Πραγματική συνθήκη
Μια γλυκιά 8χρονη, ας την πούμε Λένα, ταλαιπωρείται με τα μαθήματα που έχει για το σπίτι. Εδώ και ώρα κάθεται και κοιτά το φύλλο εργασίας χωρίς να κάνει τίποτα. Η μαμά, που έχει εκπαιδευτεί συμμετέχοντας σε διάφορες ομάδες γονεϊκότητας, παρακολουθεί από μακριά τη διαδικασία χωρίς να παρεμβαίνει. Ξαφνικά ένα δάκρυ κυλά και η μαμά το παίρνει ως κάλεσμα να πλησιάσει. Η στάση που επιλέγει για να συνοδεύσει τη διαδικασία της μικρής ονομάζεται Being With – Μένω Μαζί (Κύκλος της Ασφάλειας) και οι αποκρίσεις είναι ένα μείγμα Active Listening – Ενεργητικής Ακρόασης (Μέθοδος Αποτελεσματικού Γονέα του Gordon) και Reflective Listening – Αναστοχαστικής Ακρόασης (Children Focusing).
Η Λένα κοιτά ώρα τώρα το φύλλο εργασίας της και ένα δάκρυ κυλά…
Μαμά: Τι συμβαίνει…;
Λ: Είμαι χαζή… τελείωσε… ούτε να συγκεντρωθώ μπορώ, ούτε θυμάμαι τι κάνω, ούτε να τα κάνω γρήγορα όπως θέλω… τίποτα…
Μαμά: Σαν κάτι μέσα σου να λέει ότι…;
Λ: Ότι είμαι χαζή!
Μαμά: Πού είναι αυτό…; Πού το νιώθεις στο σώμα σου…;
Λ: Εδώ [δείχνει στήθος]… εδώ είναι…
Μαμά: Έχει κάποιο σχήμα αυτό…;
Λ: Είναι ένα τετράγωνο.…
Μαμά: Οκ… ένα κομμάτι λοιπόν… ένα τετράγωνο λέει αυτό… έχει κάτι άλλο εκεί γύρω;
Λ: Όχι… κενό…
Μαμά: Θα ήθελες εσύ να φέρεις κάτι άλλο εκεί; Χωράει κάτι άλλο στο κενό…;
Λ: Θα ήθελα να φέρω εκεί ένα ανθρωπάκι που να λέει ότι μπορώ, αλλά δεν έχει φωνή [δάκρυ]…
Μαμά: Εκεί δίπλα στο τετράγωνο που λέει ‘δεν μπορώ’ θα ήθελες να φέρεις ένα ανθρωπάκι που να λέει ‘μπορώ’, αλλά δεν ακούγεται η φωνή του… Υπάρχει κάτι που θα το βοηθούσε να ακουστεί…;
Λ: Μικρόφωνο… Αλλά το τετράγωνο δεν αφήνει… φωνάζει…
Μαμά: Μπορείς να μου το δείξεις όλο αυτό σε ένα χαρτί… γίνεται εικόνα όλη αυτή η διαδικασία μέσα σου;
Η Λένα παίρνει χαρτί, ζωγραφίζει ένα σκίτσο με ένα μεγάλο τετράγωνο και πολλά μεγάλα ΔΕΝ και δίπλα ένα ανθρωπάκι με μικρά ΝΑΙ. Κάνει μια παύση και το κοιτάει…. Σβήνει με μανία το τετράγωνο με το ΔΕΝ με ένα μολύβι, αλλά δεν είναι ευχαριστημένη και θέλει να ξανακάνει όλο το σκίτσο από την αρχή για να γίνει “σωστό”, όπως το νιώθει τώρα. Στο δεύτερο φύλλο ζωγραφίζει ένα μικρότερο τετράγωνο με το ΔΕΝ μέσα στο στόμα του τετράγωνου και μολυβιασμένο και ένα μεγαλύτερο ανθρωπάκι με ένα μεγάλο “τικ” = ΟΚ. Το κοιτάει, το κουτί διαγράφεται χιαστί, το ανθρωπάκι κυκλώνεται, αφήνει το χαρτί του σκίτσου, αρπάζει την άσκηση και τη λύνει χαμογελαστή.


Ακούω και αποκρίνομαι
Η έννοια του «ακούω» είναι πολυαισθητηριακή – μπορούμε να ακούσουμε με πολλούς διαφορετικούς τρόπους παρατηρώντας κάποιον. Αντίστοιχα μπορούμε να αποκριθούμε και με πολλούς διαφορετικούς τρόπους.
Όπως κι αν το κάνουμε, υπάρχει πάντα μια προϋπόθεση για να είναι όλο αυτό βοηθητικό και λειτουργικό: να συντονιστούμε σε αυτό που συμβαίνει εκείνη τη στιγμή χωρίς ατζέντα, χωρίς προσδοκία, χωρίς ανυπομονησία ή την ψευδαίσθηση ότι έχουμε βρει τη λύση και πρέπει να τη μοιραστούμε πάση θυσία – είτε μας το ζήτησαν, είτε όχι. Εξάλλου, δεν μπορεί να έχω τη λύση σε κάτι που ακόμη δεν έχει διαμορφωθεί ως πρόβλημα.
Για να ακούσω πραγματικά και με φροντίδα ένα παιδί, χρειάζεται να κάνω μια παύση στη δική μου διαδικασία, να παραμείνω σιωπηλός και να ακολουθήσω, όχι να οδηγήσω.

Χρειάζεται να υπάρχουν τρεις φροντισμένες εξωτερικές συνθήκες για να ακούω πραγματικά
1) O εαυτός μου (Είμαι ΟΚ αυτή τη στιγμή για να ακούσω; Μήπως είμαι πολύ κουρασμένη; Μήπως έχω κάποιο ραντεβού, βιάζομαι και έχω αγχωθεί;)
2) Tο περιβάλλον (Είναι το κατάλληλο μέρος γι’ αυτή την κουβέντα; Έχουμε κοινό που παρακολουθεί, στραβώνει και μας δυσκολεύει;)
3) Tο παιδί (Ηλικιακά, ιδιοσυγκρασιακά κ.λπ. μπορώ να είμαι κοντά σε αυτό το συγκεκριμένο παιδί αυτή τη στιγμή;)
Χρειάζεται να υπάρχουν τρεις φροντισμένες εσωτερικές συνθήκες για να ακούω πραγματικά
1) Ενσυναίσθηση (νιώθω, μπορώ να μπω στα παπούτσια του παιδιού χωρίς να χάσω τα δικά μου;)
2) Άνευ όρων αποδοχή (όχι άνευ ορίων, είμαι ΟΚ με αυτό που ακούω ή με παραλύει και δεν το δέχομαι και απλά προσπαθώ να βγάλω το παιδί από εκεί που είναι;)
3) Αυθεντικότητα (μπορώ να είμαι ειλικρινής και διάφανος με αυτό που νιώθω, χωρίς να παίζω ρόλους;)
Κάθε άνθρωπος έχει έναν μοναδικό και ιδιαίτερο τρόπο να αντιλαμβάνεται τον κόσμο. Χρειάζεται να αντιλαμβανόμαστε και να σεβόμαστε τη διαφορετικότητα και ίσως να αναγνωρίζουμε ότι η μόνη ‘αλήθεια’ στην οποία έχουμε πραγματικά πρόσβαση είναι η δική μας. Όχι του παιδιού. Άρα χρειάζεται να μπορώ να βλέπω τον κόσμο και από τη θέση του παιδιού. Μπορώ λοιπόν να πετάξω τον ρόλο του ειδήμονα και να έχω εμπιστοσύνη στις εσωτερικές διεργασίες του παιδιού μου; Του εκχωρώ το δικαίωμα σε λάθη; Μπορώ να αναγνωρίσω ότι ακόμη κι αν προσδιορίσουμε μαζί το πρόβλημα, οι δικές μου λύσεις δεν είναι απαραίτητα οι καλύτερες για εκείνο;

Το παιδί στο προσκήνιο
Η διαδικασία συνοδείας ενός παιδιού -μεταξύ άλλων- προϋποθέτει να αφήσω τις ενήλικες πτυχές μου στην άκρη και να ακολουθήσω το παιδί χωρίς την απαίτηση να «καταλάβω» τη διαδικασία του ή να μπορέσω να την ακολουθήσω γνωστικά… Απλά την εμπιστεύομαι και τη συνοδεύσω με σεβασμό (και ίσως λίγο δέος)…
Η μαμά στο παράδειγμα δεν μπήκε στη διαδικασία να βγάλει το παιδί από τη δυσκολία, να του πει ‘δεν είναι έτσι – σκέψου τότε που… – ποιος τα λέει αυτά;’, να καταλάβει από πού προέκυψε όλο αυτό. Έμεινε στο εδώ και τώρα του παιδιού χωρίς κάποια ατζέντα και συνέβαλε ουσιαστικά στο να βρει το παιδί τον δικό του τρόπο. Η διαδικασία αυτή κράτησε λίγα λεπτά και είχε το θεμιτό αποτέλεσμα απλά και μόνο γιατί ανήκε εξολοκλήρου στο παιδί.
Όταν δεχόμαστε ένα ερέθισμα, το εσωτερικό μας βίωμα αντιδρά. Το ακούμε; Πιθανότατα δεν μάθαμε πώς… Όταν είναι κάτι ευχάριστο, δεν μένουμε μ’ αυτό, ένα το κρατούμενο και ίσως δεδομένο. Όταν είναι κάτι δυσάρεστο, το αποφεύγουμε λες και γυρνώντας απ’ την άλλη ή κλείνοντας τα αυτιά, αυτό θα καταλάβει και θα πάψει να μας ενοχλεί. Και αυτό μεταφέρουμε και στα παιδιά μας.

Τα οφέλη της διαδικασίας στο παιδί
Όταν μεγαλώνοντας μαθαίνω να ακούω και να εμπιστεύομαι αυτή την εσωτερική αίσθηση, κανένα συναίσθημα δεν μοιάζει απειλητικό. Είναι αυτό που είναι. Απλά ένα σύμβολο που κάτι έχει να μου πει. Η όποια αίσθηση δεν χρειάζεται να θαφτεί, να παραμεριστεί ή να καταπνιγεί, διαφορετικά η ιστορία που έχει να πει, δεν θα ακουστεί. Απλά θα παραμείνει εκεί, θα ενταθεί και ενδεχομένως θα εκδηλωθεί σε αρνητική συμπεριφορά ή ψυχοσωματική αντίδραση. Και στην ενήλικη ζωή μας, βιώνουμε καθημερινά πολλές διαφορετικές εκφάνσεις αυτού.
Εάν το επιλέξουμε, έχουμε τη δύναμη να προσφέρουμε στον εαυτό μας και στα παιδιά μας τη δυνατότητα να εμπιστευόμαστε και να ακούμε τον εαυτό μας – στην πληρότητά του, με όλα τα κομμάτια του. Ακόμη και αυτά που αρχικά θα θέλαμε να μην υπάρχουν.
Στο Children Focusing για παράδειγμα, θυμίζουμε στα παιδιά (γιατί τα παιδιά ξέρουν, όλοι μας ξέρουμε) πώς να ακούν το σώμα τους και να έρχονται σε επαφή με την αίσθηση που πηγάζει από εκεί. Δεν προσπαθούν να ‘φτιάξουν’ τα συναισθήματα ή να ‘κατευνάσουν’ τον εαυτό τους. Κυρίως μαθαίνουν να ανιχνεύουν τι αναδύεται και τι υπάρχει μέσα τους και να το εμπιστεύονται αναζητώντας δικές τους απαντήσεις και νοήματα – σε πλήρη αντίθεση με τους γύρω που υποδεικνύουν το ‘σωστό’ για όλους και αποπροσανατολίζουν. Μια αίσθηση ενδυνάμωσης πηγάζει από το να μπορώ να είμαι ανοιχτή σε οτιδήποτε βιώνω. Τα συναισθήματα γίνονται πύλες προς κάτι μεγαλύτερο, όχι εχθροί που πρέπει να πατάξω – ακόμη και τα πιο τρομακτικά.
Όταν μαθαίνω να εμπιστεύομαι αυτή τη διαδικασία, δεν χρειάζεται να κλείνομαι στον εαυτό μου και να γίνομαι μυστικοπαθής. Δεν χρειάζεται να λέω ψέματα ή να κρύβομαι. Κυρίως στην εποχή της αμφισβήτησης, την εφηβεία, το να μπορώ να εμπιστευτώ τον εαυτό μου και να υπάρχει χώρος γύρω μου για να το εκφράσω, ίσως είναι σωτήριο.

Τι χρειάζομαι για να συνοδεύω το παιδί μου;
Για να μπορώ να συνοδεύσω το παιδί μου σ’ αυτή τη διαδικασία, χρειάζεται αρχικά να έχω βιώσει εγώ αυτή την εσωτερική εμπειρία του «ακούω» και να μπορώ να σταθώ εκεί, όχι με την πρόθεση να αλλάξω, να ελέγξω ή να νουθετήσω, αλλά με τη διάθεση να ακούσω και να καθρεφτίσω τον ίδιο μου τον εαυτό.
Όταν είμαι μαζί με το παιδί, η φροντιστική μου παρουσία προϋποθέτει να απαντώ θετικά σε ερωτήσεις τύπου «Είμαι εκεί που βρίσκεται το παιδί…;» «Είμαι συνδεδεμένη μαζί του…;» Αναρωτηθείτε ξανά και ξανά «Προσφέρω στο παιδί αρκετή απόσταση και χώρο ή αποφασίζω εγώ και εκείνο;». Συνοδεύοντας δεν ρωτάω «Μπορείς να μου πεις…» ή «Θα ήθελα να ξέρω…» αλλά απευθύνω ανοιχτές και ίσως μη ολοκληρωμένες ερωτήσεις, ώστε να μπορέσει το παιδί να νοηματοδοτήσει μόνο του αυτό που νιώθει το ίδιο ως σημαντικό… «Αυτό το… κάτι… είναι… κάπου…» «Μου μιλάς για… κάτι…» «Έχει ίσως κάτι να πει…» χωρίς να περιμένω συγκεκριμένη ή λογική απάντηση – εμπιστεύομαι ότι το παιδί ξέρει.
Μέσα από το δικό μου καθρέφτισμα και τον τρόπο μου να εμπιστεύομαι χωρίς επίκριση αυτό που ακούω, το παιδί θα μάθει να το κάνει και για τον εαυτό του. Γιατί ο εαυτός του θα το συνοδεύει σε ολόκληρη τη ζωή του – ακόμη κι όταν εγώ δε θα είμαι πια εκεί.
Τα παιδιά ως φυσικοί focusers
Στην περιορισμένη εμπειρία μου, μοιάζει μάλλον αχρείαστο να διδάξουμε στα παιδιά πώς να το κάνουν αφού είναι ακόμη συνδεδεμένα με αυτή τη διαδικασία, φυσικοί focusers. Ζούνε τις διαδικασίες τους στο εδώ και τώρα χωρίς την αίσθηση της χρονολογικής ακολουθίας που έχουμε οι ενήλικες. Και ίσως αυτό απαντά το αγωνιώδες ερώτημα πολλών γονέων «Γιατί δεν μου απαντά όταν ρωτάω ‘τι έγινε στο σχολείο σήμερα’ ή ‘πώς ήταν η μέρα σου’ και το μόνο που παίρνω σαν απάντηση είναι το ‘τίποτα’ ή το ‘καλά’; Γιατί πολύ απλά δεν είναι εκεί πια.
Δεν έχει σημασία για το παιδί η γνωστική παρακολούθηση συμβάντων. Αυτό που έχει μείνει είναι μια αίσθηση αυτών. Αυτό είναι το παρόν τους. Και ίσως δεν εκφράζεται με λέξεις, αλλά συμβολοποιείται με κάποιο άλλο μέσο όπως χρώμα, σχήμα, υλικό, μουσική που σε εμάς δε βγάζει νόημα, για το παιδί όμως είναι υπεραρκετό ένα ακούμπισμα χωρίς λογική αρχή-μέση-τέλος. Δεν χρειάζεται να βγάλουμε συμπέρασμα στο δια ταύτα. Χρειάζεται ανακούφιση και μετά ό,τι είναι, έρχεται από μόνο του.
Όταν ακούω ένα παιδί, δεν χρειάζεται να καταλάβω εγώ. Αυτό είναι δική μου ανάγκη. Χρειάζεται εκείνο να νιώσει ότι δεν είναι μόνο. Αυτό είναι η δική του ανάγκη στο παρόν. Μπορώ να την καλύψω;
Από την Μαριαλένα Κατσούρα, Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας
mlkatsoura@gmail.com