
Οι γονείς έρχονται αντιμέτωποι με τα ποικίλα συναισθήματα των παιδιών τους, κυρίως με τα αρνητικά, τα οποία πολύ συχνά αντιμετωπίζουν με αμηχανία και ενίοτε με αναποτελεσματικούς τρόπους.
“Μην ζηλεύεις τον μικρό σου αδερφό”, “Μην θυμώνεις, δεσποινίς μου”, “Μην στενοχωριέσαι για ό,τι έγινε, δεν φταις εσύ” ή “Μην αισθάνεσαι άσχημα, αύριο όλα θα πάνε καλά” είναι μερικές από τις πιο συνηθισμένες εκφράσεις γονέων, που χρησιμοποιούνται στην προσπάθεια να παρηγορήσουν τα παιδιά τους. Πώς θα μεγαλώσουμε παιδιά με ενσυναίσθηση;
Πώς αντιμετωπίζω τα συναισθήματα των παιδιών μου;
Πολλοί ψυχολόγοι πιστεύουν, ότι τέτοιες εκφράσεις δεν βοηθούν τα παιδιά να νιώσουν καλύτερα, παρά τις καλές προθέσεις των γονέων. Οι παραπάνω εκφράσεις δεν είναι χρήσιμες, καθώς στέλνουν στα παιδιά το μήνυμα ότι δεν είναι εντάξει να νιώθουν αρνητικά συναισθήματα, ενώ όλες οι έρευνες αποδεικνύουν ότι όλα τα συναισθήματα (θετικά και αρνητικά) είναι πανανθρώπινα, απολύτως φυσιολογικά και αποδεκτά. Συχνά λοιπόν, μέσα από ακατάλληλες γονεϊκές φράσεις, τα παιδιά νιώθουν ότι δεν εισακούονται κι έτσι προκαλούνται αισθήματα ματαίωσης, απόρριψης και μια αίσθηση μη κατανόησης. Σύμφωνα με την Philippa Perry, είναι εξαιρετικά σημαντικό για τους γονείς να επικυρώνουν το συναίσθημα του παιδιού, στο παρόν, δηλαδή να αναγνωρίζουν και να ονοματίζουν το τι νιώθει τη δεδομένη στιγμή. Ωστόσο, άθελά τους, οι γονείς, με την στάση τους συχνά θέτουν φραγμούς στην επικοινωνία με τα παιδιά τους και τους προκαλούν ενοχές και αμφιβολίες σχετικά με την εγκυρότητα των συναισθημάτων τους.
Πώς παρεμποδίζεται η επικοινωνία;
Εκφράσεις όπως «μην ακουμπάς», «μη θυμώνεις», «μη στενοχωριέσαι», αποτελούν εμπόδια επικοινωνίας, καθώς διατάζουν, επικρίνουν και καθησυχάζουν με λανθασμένο τρόπο, επιτείνοντας τις αγωνίες των παιδιών, αντί να αναγνωρίζουν την συναισθηματική τους φόρτιση στο «εδώ και τώρα». Με αυτή τη στάση, δημιουργείται μια συναισθηματική απόσταση μεταξύ γονέα και παιδιού. Σε αυτή τη συνθήκη, εάν ο γονιός χρησιμοποιεί εμπόδια επικοινωνίας, εκλαμβάνεται ως «αδιάφορος» και «ψυχρός» τύπος γονέα, αφού δυσκολεύεται να ανταποκριθεί στις συναισθηματικές ανάγκες του παιδιού του.
Αντιθέτως, αποτελεί κοινή παραδοχή ότι τα παιδιά, έχουν ανάγκη από μια στοργική σχέση αγάπης και γνήσιου ενδιαφέροντος από την μεριά των γονιών τους. Χρειάζονται τη γονεϊκή αποδοχή και ζεστασιά που εκφράζεται με σωματικούς αλλά και λεκτικούς τρόπους.

Πως να μιλάτε στα παιδιά σας, με λόγια κατανόησης και αποδοχής;
Σύμφωνα με τον John Gottman, αν θέλουμε να μεγαλώσουμε παιδιά με συναισθηματική νοημοσύνη, πρέπει να τα εκπαιδεύσουμε να εξωτερικεύουν τα συναισθήματά τους κι όχι να τα καταπνίγουν -και ο καλύτερος τρόπος είναι η αναγνώριση και η λεκτική έκφραση των συναισθημάτων- μέσω της ενεργητικής ακρόασης. Λέγοντας ο γονιός στο παιδί του φράσεις, όπως: «Νιώθω ότι πλήττεις που δεν πας σχολείο εδώ και μια εβδομάδα», «Αισθάνομαι ότι είσαι λυπημένη που δεν σε κάλεσε η φίλη σου στο πάρτυ της» καταφέρνει να εκφράσει με λόγια αυτά που νιώθουν τα παιδιά και να βάλει τα συναισθήματα τους σε μια τάξη.
«Βλέπω πόσο θυμωμένος είσαι με τον αδερφό σου. Μπορείς να του το πεις με λόγια, όχι με γροθιές». Για παράδειγμα, κάνοντας αυτό το σχόλιο, ο γονιός δείχνει ότι το αρνητικό συναίσθημα του παιδιού είναι αποδεκτό, αλλά όχι και όλες οι συμπεριφορές.
Οι φράσεις αυτές είναι παραδείγματα ενεργητικής ακρόασης,
μιας δεξιότητας πολύτιμης για την δημιουργία καλών διαπροσωπικών σχέσεων. Η αναγνώριση των συναισθημάτων των παιδιών δείχνει ενσυναίσθηση, μια προσπάθεια του γονέα να μοιραστεί τον κόσμο των παιδιών του, να αφουγκραστεί τις ανάγκες τους και να συνδεθεί ψυχικά μαζί τους. Η ενσυναίσθηση αξιοποιεί με θετικό τρόπο τη δύναμη των συναισθημάτων μας, τα οποία εύκολα κυριεύουν τη λογική μας. Μέσω αυτής της στάσης και δεξιότητας, ο γονέας αφήνει ανοιχτό το κανάλι επικοινωνίας με τα παιδιά του, προσπαθώντας να τα κατανοήσει. Τα παιδιά από την μεριά τους, νιώθουν αναγνώριση κι ανακούφιση, νιώθουν ότι εισακούονται.
Με τα ανοίγματα επικοινωνίας, τα παιδιά μοιράζονται ακόμη πιο εύκολα με τους γονείς τον συναισθηματικό τους κόσμο, τις σκέψεις και τις ανησυχίες τους. Με τη χρήση της ενσυναισθητικής επικοινωνίας, τα παιδιά νιώθουν ότι οι γονείς τα σέβονται και τα υπολογίζουν ως αυθύπαρκτες οντότητες. Έτσι, οι γονείς λειτουργούν ως πρότυπο κατανόησης κι αποδοχής και, συνεπώς, δημιουργείται ένα θετικό, οικογενειακό κλίμα που έχει ως πυρήνα τον σεβασμό και την αγάπη!
Από την Ιωάννα Ρεϊζοπούλου, Ψυχολόγο & Οικογενειακή Ψυχοθεραπεύτρια,
reizjoanna@gmail.com